Πατήρ Φιλόθεος Φάρος - "ΣΤΑ ΑΚΡΑ"

Σάββατο 7 Μαρτίου 2009

Η ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΕΡΑΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Η ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΕΡΑΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Γέροντος Ιωσήφ

Σε πολλούς υπάρχει το ερώτημα: Μπορούν οι χριστιανοί που βρίσκονται στον κόσμο να ασχολούνται με τη νοερά προσευχή; Απαντούμε καταφατικά. Ναι! Για να καταλάβουν την προτροπή μας οι ενδιαφερόμενοι, αλλά και την υπόδειξή μας, όσοι δεν γνωρίζουν, θα εξηγήσουμε σύντομα το θέμα ώστε να μη προβληματίζονται από τη διαφορετική ίσως ερμηνεία και ρποσδιορισμό της νοεράς προσευχής
Γενικά η προσευχή είναι η μόνη υποχρεωτική και απαραίτητη εργασία και αρετή για όλη τη λογική φύση, αισθητή και νοερή (ανθρώπινη και αγγελική) και γι αυτό έχουμε προσταγή να την εργαζόμαστε αδιάλειπτα.
Η προσευχή δεν χωρίζεται δογματικά σε τύπους και τρόπους, αλλά, κατά τους Πατέρες μας, κάθε τύπος και τρόπος προσευχής είναι ωφέλιμος, αρκεί να μην είναι τίποτε διαβολική πλάνη και. επήρεια.
Ο σκοπός της πανάρετης αυτής εργασίας είναι να στρέφει και κρατά το νου του ανθρώπου στο Θεό. Γι αυτόν λοιπόν το σκοπό οι Πατέρες μας επινόησαν ευκολώτερους τρόπους και απλούστεψαν την προσευχή, ώστε ο νους ευκολώτερα και σταθερώτερα να στρέφεται και να παραμένει στο Θεό. Στις άλλες αρετές μεσολαβούν και άλλα μέλη και αισθήσεις του ανθρώπου, ενώ στη μακά ρια προσευχή ο νους εξ ολοκλήρου μόνος ενεργεί και, επομένως, χρειάζεται πολλή προσπάθεια για να ενεργοποιηθεί και συγκρατηθεί ώστε να γίνει η προσευχή καρποφόρα και αποδεκτή.
Οι αγιώτατοι Πατέρες μας, που αγάπησαν ολοκληρωτικά το Θεό και είχαν ως κύριο μέλημά τους να ενωθούν και να παραμένουν συνεχώς με αυτόν, έστρεφαν όλη την προσπάθεια στην προσευχή, ως το αποτελεσματικώτερο μέσο.
Δεν θα μιλήσουμε για τους άλλους τρόπους της προσευχής, που είναι γνωστοί και συνηθισμένοι σ' όλους τους χριστιανούς, παρά μόνο για τη λεγόμενη νοερά προσευχή. Ένα θέμα, που απασχολεί τους ευλαβείς πιστούς επειδή πολλές φορές αγνοείται, παρερμηνεύεται και περιγράφεται μάλλον φανταστικά.
Θα αφήσουμε τους Πατέρες μας να μας οδηγούν για τον ακριβή τρόπο της εφαρμογής και των αποτελεσμάτων αυτής της θεοποιού αρετής, από την κάθαρση ως τον αγιασμό, στον οποίο μας οδηγεί. Θα πουμε τόσα μόνο, εμείς οι ευτελείς, όσα είναι αρκετά να διασαφήσουν και να πείσουν τους αδελφούς μας, που ζουν μέσα στον κόσμο, να ασχοληθουν μ' αυτήν.
Την ονομάζονν οι Πατέρες «νοεράν» , γιατί γίνεται με το νου. Την ονομάζονν και νήψη, που σημαίνει το ίδιο. Το νου οι Πατέρες μας τον προσδιορίζουν ως ένα ελεύθερο και περίεργο ον, που δεν ανέχεται περιορισμούς και. ούτε για πολύ πείθεται για κάτι που δεν μπορεί μόνος του να συλλάβει. Γι' αυτό, πρώτα διάλεξαν μόνο λίγες λέξεις σε μια απλούστατη ευχή -«Κύριε Ιησού Χριστέ, Υίέ του Θεού, ελέησόν με»- ώστε να μη χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια του νου να συγκρατεί παρατεταμένη ευχή και, δεύτερο, γύρισαν το νου εσωτερικά και στο κέντρο της λογικής μας ύπαρξης. Εκεί παραμένοντας ακίνητος με το νόημα της θείας επίκλησης του γλυκύτατου ονόματος του Κυρίου μας Ιησού, αναμένει να αισθανθεί το συντομώτερο δυνατό τη θεία παρηγοριά.
Είναι αδύνατο, κατά τους Πατέρες μας, επικαλούμενος συνέχεια και με επιμονή, ο πανάγαθος Δεσπότης μας Χριστός, να μην επακούσει και εμφανιστεί. αυτός που τόσο επιθυμεί τη σωτηρία των ανθρώπων.
Επειδή όμως η κατά φύση αρετή, που θέλουμε να επιτευχθεί, χρειάζεται και τα κατάλληλα μέσα, έτσι και η ιερή αυτή εργασία χρειάζεται τα απαραίτητα στοιχεία. Η κάποια ησυχία, η αμεριμνησία, η αποφυγή της γνώσης και διήγησης γεγονότων -το «δούναι και λαβείν» των Πατέρων- η εγκράτεια γενικά και η απ' αυτά γενική σιωπή. επιπλέον η επίμονη συνέχεια και συνήθεια δεν νομίζω να είναι ακατόρθωτα στους ευλαβείς, που ενδιαφέρονται για την ιερώτατη αυτήν εργασία. Η επιτέλεση της προσευχής σε κάποιο χρονικό διάστημα της ημέρας, πάντοτε περίπου το ίδιο, θα είναι μια καλή αρχή.
Τονίσαμε ασφαλώς την επιμονή ως το πλέον απαραίτητο στοιχείο στην προσευχή και δικαίως τονίζεται και υπό του Παύλου με το «τη προσευχή προσκαρτερείτε» (Κολ. δ' 2). Από όλες τις υπόλοιπες αρετές η προσευχή χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια, σ' όλη μας τη ζωή και γι' αυτό, επαναλαμβάνω σ' όσους προσπαθονν το ιερό αυτό έργο να μη βαριεστούν, ούτε να νομίζουν την ανάγκη της καρτερίας ως αποτυχία.
Στην αρχή, όταν συναντάται βία και αντίδραση εσωτερική, είναι απαραίτητο να λέγεται ψιθυριστά η ευχή ή δυνατώτερα. Όταν κατορθωθεί αυτή η καλή συνήθεια, ώστε με ευκολία να παραμένει και να λέγεται η ευχή, τότε μπορούμε να στραφούμε και εσωτερικά με τέλεια εξωτερική σιωπή. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου «Περιπέτειες ενός προσκυνητού» δίνεται ένα καλό παράδειγμα για την εισαγωγή. Η καλή, λοιπόν, επιμονή και προσπάθεια πάντοτε με τα ίδια λόγια της ευχής, χωρίς να μεταλλάσσωνται συχνά, θα γεννήσει την καλή συνήθεια. μετά αυτή θα φέρει το κράτημα του νου, οπότε και η παρουσία της Χάρης θα φανερωθεί.
Όπως κάθε αρετή αντιστοιχεί σ΄ ένα αποτέλεσμα, έτσι και η προσευχή έχει ως αποτέλεσμα την κάθαρση του νου και το φωτισμό και φτάνει το άκρο και τέλειο αγαθό, την ένωση με το Θεό, δηλαδή τη θέωση. Οι Πατέρες όμως, λέγουν και τούτο: Ότι πρέπει ο άνθρωπος να ζητεί και να προσπαθεί να μπει στο δρόμο που οδηγεί στην πόλη. κι αν τυχόν δεν φτάσει στο τέρμα, γιατί, για πολλους λόγους, δεν πρόφτασε, ο Θεός θα τον συναριθμήσει με αυτους που έφτασαν.

Στο θέμα της προσευχής πρέπει όλοι μας, οι χριστιανοί, να αγωνιζόμαστε. ιδίως στη λεγόμενη μονολόγιστη η νοερά προσευχή. Όπου φτάσει κανένας πολύ κέρδος θα έχει.
Όταν είναι παρούσα η ευχή δεν παραδίδεται ο άνθρωπος στον πειρασμό που παραμονεύει, γιατί η παρουσία της είναι νήψη και η ουσία της είναι προσευχή και επομένως «ο αγρυπνών και προσευχόμενος δεν εμπίπτει εις πειρασμόν». Ύ στερα, δεν παραδίδεται σε σκοτισμό ο άνθρωπος, ώστε να είναι παράλογος και να κάνει λάθος στην κρίση και απόφασή του. Μετά δεν πέφτει σε ραθυμία και αμέλεια, που είναι η βάση πολλών κακών. Και πάλι δεν νικάται από πάθη και αδυναμίες και ιδίως όταν τα αίτια είναι κοντά. Απεναντίας, αυξάνει ο ζήλος και η ευλάβειά του. γίνεται πρόθυμος προς αγαθοεργία. είναι πράος και αμνησίκακος. αυξάνει καθημερινά η πίστη και η αγάπη του στο Χριστό και αυτό τον ερεθίζει για την κατόρθωση όλων των αρετών. Έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα σύγχρονων ανθρώπων, και ιδίως νέων, που με την καλή συνήθεια της ευχής σώθηκαν από τρομερούς κινδύνους ή πτώσεις σε μεγάλα κακά ή και από θανάσιμους κινδύνους.
Επομένως, επαναλαμβάνω, η ευχή είναι καθήκον κάθε πιστού, κάθε ηλικίας και γένους και κατάστασης, ασχέτως χώρου και χρόνου και τρόπου. μένει πάντα η ίδια και γίνεται σ΄ όλους ό,τι τους χρειάζεται και τους απασχολεί, ώστε κατά τη Γραφή «πας ος αν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου, σωθήσεται» (Πράξ. δ'21).
Δεν υπάρχει κίνδυνος πλάνης, όπως διαδίδεται από μερικούς αδαείς, αρκεί να λέγεται η ευχή με τρόπο απλό και ταπεινό. Είναι πολύ απαραίτητο, όταν λέγεται η ευχή, να μην υπάρχει στο νου καμμιά εικόνα, ούτε του δεσπότη μας Χριστού, σε οποιαδήποτε μορφή, ούτε της Κυρίας Θεοτόκου ή κάποιον άλλον προσώπου η παράστασης. Η εικόνα είναι ο τρόπος του σκορπισμού του νου. Πάλι, με την εικόνα γίνεται η είσοδος των λογισμών και της πλάνης. Ο νους πρέπει να μένει στην έννοια των λόγων της ευχής και με πολλή ταπείνωση να περιμένει ο άνθρωπος το θείο έλεος. Οι τυχόν φαντασίες, η φώτα, η κινήσεις, κρότοι και θόρυβοι είναι απαράδεκτα ως διαβολικά τεχνάσματα για να παρεμποδίσουν η να παραπλανήσουν.
Ο τρόπος της παρουσίας της Χάρης στους εισαγωγικούς είναι χαρά πνευματική η δάκρυα ήρεμα και χαροποιά, η ήρεμος φόβος από τη μνήμη των αμαρτιών για να αυξηθεί το πένθος και το κλάμα. Προοδευτικά η Χάρη γίνεται αίσθηση της αγάπης του Χριστού, οπότε εξαφανίζεται τελείως ο μετεωρισμός του νου και θερμαίνεται η καρδιά στην αγάπη του Θεού τόσο, ώστε νομίζει ότι δεν θ' αντέξει άλλο και άλλοτε πάλι, σκέφτεται και θέλει να μείνει, όπως ακριβώς βρίσκεται για πάντα και τίποτε άλλο να μη δει ή να ακούσει.
Όλα αυτά και διάφορες άλλες μορφές αντίληψης και παρηγοριάς είναι εισαγωγικά σε όσους προσπαθούν να λένε και να κρατούν την ευχή, όσο από αυτούς εξαρτάται και γενικά όσο μπορούν.

Έως αυτό το σημείο, που είναι τόσο απλά τα πράγματα, νομίζω ότι κάθε ψυχή ορθοδόξου, βαφτισμένη και με πίστη, μπορεί να τα εφαρμόσει και να βρίσκεται στην πνευματική αυτήν ευφροσύνη και χαρά, και να έχει ταυτόχρονα τη θεία σκέπη και βοήθεια σε όλες τις πράξεις και ενέργειές της.
Επαναλαμβάνω και πάλι την παρακίνησή μου σε όσους αγαπούν το Θεό και τη σωτηρία τους: Να μην καθυστερήσουν να δοκιμάσουν την καλή αυτήν εργασία και συνήθεια και δεν θα βρίσκουν λόγια να ευχαριστούν το Θεό για τη χάρη και ελεημοσύνη του, που παρέχει σε όσους κοπιάσουν λίγο στην εργασία αυτήν. Και αυτό το λέγω για να έχουν θάρρος. να μη διστάσουν η μικροψυχήσουν με τη λίγη αντίδραση η κόπωση που θα συναντήσουν. Σύγχρονοι Γέροντες, τους οποίους γνωρίσαμε, είχαν στον κόσμο πολλούς μαθητές, άνδρες και γυναίκες, έγγαμους και άγαμους, που όχι μόνο στην εισαγωγική κατάσταση έφτασαν αλλά και περισσότερο ανέβηκαν με τη Χάρη και ευσπλαγχνία του Χριστού μας, «ότι κού φ ον εν οφθαλμοίς Κυρίου του πλουτίσαι πένητα» (Σοφ. Σολ. ια' 21). Νομίζω, ότι δεν υπάρχει απλούστερο, ευκολώτερο και από όλους σχεδόν κατορθωτό, πνευματικό επιτήδευμα, από τη μικρή αυτήν ευχή, με τόση πολλαπλή ωφέλεια και προκοπή, στο σημερινό κυκεώνα της τόσης ταραχής, άρνησης και απιστίας. Επιβάλλεται και όταν κάθεται κάποιος και όταν κινείται και εργάζεται και όταν ακόμα βρίσκεται στο κρεββάτι και γενικά όπου και όπως βρίσκεται, να λέγει τη μικρή αυτήν ευχή. Η ευχή αυτή περιέχει και την πίστη και την ομολογία και την επίκληση και την ελπίδα και με τόσο μικρό κόπο και ασήμαντη προσπάθεια συμπληρώνει την καθολική εντολή, «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α' Τιμ. ε' 17), με όλη την τεράστια σημασία των αποτελεσμάτων της.
Σε όποιο λόγο των Πατέρων μας κι αν στραφεί κάποιος ή και στους θαυμαστούς βίούς τους, δεν θα συναντήσει σχεδόν καμμιά άλλη αρετή να εξυμνείται τόσο και να εφαρμόζεται με ζήλο και επιμονή, ώστε να αποτελεί, μόνη αυτή, το ισχυρότερο μέσο της εν Χριστώ επιτυχίας. Δεν έχουμε σκοπό να εκθειάσουμε η να περιγράψουμε αυτή τη βασίλισσα των αρετών, γιατί ό,τι και να πούμε εμείς, μάλλον θα τη μειώσουμε. Ο σκοπός μας είναι να παρακινήσουμε και να ενθαρρύνουμε κάθε πιστό στην εργασία της και καθένας, μετά, θα διδαχτεί από την πείρα του, γιατί εμείς πολύ λίγα είπαμε.
Τρέξτε όσοι απορείτε, όσοι απογοητεύεστε, όσοι είστε θλιμμένοι, όσοι είστε στην άγνοια, όσοι είστε ολιγόπιστοι και ποικιλότροπα όσοι είστε σε δοκιμασίες, στην παρηγοριά και λύση των προβλημάτων σας. Ο γλυκύς μας Ιησούς Χριστός, η ζωή μας, μας αναγγέλλει ότι «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιω. ιε' 5).
Να, λοιπόν, που όταν τον επικαλούμαστε συνεχώς ουδέποτε μένουμε μόνοι και επομένως όλα μπορούμε και θα μπορούμε με τη βοήθειά του. Να το ορθό νόημα και η εφαρμογή του σημαντικού λόγου της Γραφής, « επικάλεσαί με εν ημέρα θλίψεώς σου και εξελούμαι σε» (Ψαλμ. μθ' 15). Εμείς όχι μόνο «εν ημέρα θλίψεως», αλλά συνεχώς να επικαλούμαστε το πανάγιο όνομά του, ώστε να φωτιζόμαστε και να γινόμαστε προθυμότεροι και έτσι θα επιτυγχάνουμε να μη μπαίνουμε σε πειρασμούς. Εάν κάποιος θέλει να φτάσει και ψηλότερα, όπου θα τον ελκύσει η πανάγια Χάρη, θα περάσει πάλι από την εισαγωγή αυτήν. Και όταν φτάσει στο σημείο εκείνο θα τον πληροφορήσει κατάλληλα η Χάρη.

Ως επίλογο των γραφομένων, επαναλαμβάνουμε την παρακίνηση, η μάλλον την ενθάρρυνσή μας, προς όλους τους πιστούς, ότι μπορούν και επιβάλλεται να ασχολούνται με την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», τη λεγόμενη νοερά προσευχή, με βέβαιη πίστη ότι πολυ θα ωφεληθούν σε οποιοδήποτε στάδιο και αν φτάσουν. Η μνήμη του θανάτου και το ταπεινό φρόνημα, με τα άλλα βοηθητικά, που προαναφέραμε, εγγυούνται την επιτυχία, με τη Χάρη του Χριστού, τον οποίον η επίκληση θα είναι ο στόχος της αγαθής απασχόλησης.